................................................................................................ Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018

~~

~~

Η Αρκαδία βρίσκεται στο κέντρο της Πελοποννήσου. Συνορεύει στα βόρεια με το Νομό Αχαΐας, στα βορειοανατολικά με το νομό Κορινθίας, στα βόρεια και ανατολικά με το νομό Αργολίδας, στα νότια με το νομό Λακωνίας, στα νοτιοδυτικά με το νομό Μεσσηνίας και στα δυτικά με το νομό Ηλείας. Το ανατολικό του τμήμα έχει έξοδο στη θάλασσα, στον Αργολικό κόλπο και το Μυρτώο Πέλαγος.

Μέχρι το 1999 η Αρκαδία χωριζόταν διοικητικά σε τέσσερις επαρχίες Μαντινείας, Μεγαλοπόλεως, Γορτυνίας και Κυνουρίας.

Σημαντικές πόλεις του νομού είναι η πρωτεύουσα Τρίπολη (25.520 κατ.), η Μεγαλόπολη (5.135 κατ.), το Λεωνίδιο (3.249 κατ.), το Άστρος(2.674 κατ.), ο Τυρός (2.116 κατ.),το Λεβίδι (1.219 κατ.). Σε άνθηση βρίσκονται τα τελευταία χρόνια λόγω αυξημένης τουριστικής κίνησης οι κωμοπόλεις Δημητσάνα, Καρύταινα, Λαγκάδια, Ελληνικό, Ψάρι και Βυτίνα. Οι σημαντικότεροι λιμένες της Αρκαδίας είναι του Παραλίου Αστρους,του Τυρού και της Πλάκας Λεωνιδίου.

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

AΡΚΑΔΙΑ

AΡΚΑΔΙΑ
ΑΡΚΑΔΙΚΗ ΑΝΑΓΈΝΝΗΣΗ

Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2012

Εκδήλωση προς τιμή του John Anton (Γ. Αντωνόπουλος) καθηγητή Πανεπιστημίου Ν. Φλόριδας

την Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012 και ώρα 7.00 μ.μ. στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων (Ακαδημίας 50)








εφημερίδα "Αρκαδικό Βήμα" Οκτ. 2012 αρ. φ. 239



~~~~~~




JOHN P. ANTON (AΝΤΩΝΌΠΟΥΛΟΣ)



Distinguished Professor of Greek Philosophy and Culture - Ph. D. Columbia University - Eπίτιμος Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών 1992 - Επίτιμος Διδάκτωρ Παιδαγωγικής και Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Πατρών 2004 - Επίτιμος Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων 2005 - Επίτιμος Διδάκτωρ Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης 2008 - Αντεπιστέλων Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών


ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ
Ομιλία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, ως «Απόκριση» μετά από την Προσφώνηση του κ. Τέζα, στην τελετή της ανάδειξης μου σε Επίτιμο Διδάκτορα Φιλοσοφίας, 18 Μαΐου 2005. Ιωάννινα. Η ομιλία τυπώθηκε στο ειδικό Τεύχος της τελετής με επιμέλεια του Χρίστου Α. Τέζα, Φιλοσοφική Σχολή, Ιωάννινα, 2006

1. Προλογικά της Προβληματικής
Ευθύς ως μου ανακοινώθηκε το ευχάριστο νέο για την τιμή που θα μου έκανε το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, σκέφτηκα ότι θα έπρεπε στην απόκρισή μου να μοιραστώ μαζί σας τους προβληματισμούς μου για τη σημασία της πολιτικής παιδείας σε μια κρίσιμη καμπή του πολιτισμού μας, που για διαφόρους λόγους αποβλέπει πλέον στην παγκοσμιοποίηση επιλεγμένων αξιών. Οι σοβαρές διαστάσεις του ρεύματος της παγκοσμιοποίησης, έχουν πια πάρει τη μορφή ενός επίσημου επεκτατισμού. Ενώ υπόσχεται συνεργασία των λαών για πρόοδο, ειρήνη και ισοτιμία, αποτελεί εξίσου επέμβαση και αλλοίωση των παραδόσεων και της ιδιομορφίας των υπαρκτών πολιτισμών. Επιφυλάξεις και αμφιβολίες άρχισαν να μας περιζώνουν. Ως θιασώτης του Ελληνικού πνεύματος, περισσότερο από κάθε άλλο με ανησυχεί η υποψία ότι το ρεύμα της παγκοσμιοποίησης, όποιες αξίες και αν επιλέξει να επιβάλει, σε κάποιο σημείο θα συγκρουσθούν με την κλασική φιλοσοφική και πολιτική κληρονομιά. Ξάφνου το πρόβλημα της επιβολής των αξιών άρχισε να φαντάζει σαν πολιτισμικός οδοστρωτήρας με απειλητικό το μέλλον, παρά τις υποσχέσεις για γενική ευμάρεια και νέα στάθμη βίου.
Τέτοιες ανησυχίες με κρατούν άγρυπνο. Ένα απόγευμα προ μηνών κάθισα και διάβασα δύο κεφάλαια του βιβλίου του Lewis Mumford, διάσημου συγγραφέα οικολογικών ερευνών, The Transformations of Man (Οι μεταμορφώσεις του ανθρώπου) δημοσιευμένο στα 1951. Τίτλοι των δύο κεφαλαίων, «Παγκόσμιος πολιτισμός» και «Ανθρώπινη πρόοδος». Επειδή δεν με βρήκαν σύμφωνο οι απαντήσεις του Mumford, αργότερα το βράδυ διάβασα δύο πρόσφατες εργασίες πάνω στη παγκοσμιοποίηση των εξής συγγραφέων: πρώτα των David Held και Anthony McGrew, με τίτλο “Globalization,” και δεύτερα, του Graham Wallas, “Globalization, Global Community and the Internet”. Και οι δύο εργασίες διαπραγματεύονται τις κεντρικές ιδέες «παγκόσμιο χωριό» και «παγκόσμια εποχή». Εξαιρετικές σε διατύπωση και ευκρίνεια.
Από τον Mumford στα 1951 ως τους πρόσφατους παγκοσμιολόγους του 2003, βλέπει κανείς πόσο έχει αλλάξει η ορολογία μέσα σε μισό αιώνα. Άλλοι δρόμοι, άλλα διαφέροντα, άλλες σκοπιμότητες. Ριζικές αλλαγές στην πολιτική του πολιτισμού. Κι όμως έχουν το εξής κοινό: οριοθετούν μια νέα πορεία ενώ παρακάμπτουν την ιδέα μιας τελικής εικόνας των αποτελεσμάτων που εγκυμονεί η παγκοσμιοποίηση. Με μια μονοκοντυλιά βάζουν στο περιθώριο την προπολεμική αντίληψη για την ισοτιμία των εθνών καθώς και θέτουν σε αχρηστία βιβλία όπως εκείνο του H. C. Baldry, The Unity of Mankind in Greek Thought (1965), «Η ενότητα της ανθρωπότητας κατά την Ελληνική Σκέψη». Με άλλα λόγια, η παγκοσμιοποίηση βάζει στο παλιοντούλαπο όχι μόνο την πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, αλλά και την κλασική παράδοση εν γένει. Στερείται, υπονοούν, ακόμη και στοιχειώδους οδηγίας για την προώθηση της παγκοσμιότητας που θα είναι και η επόμενη φάση της ιστορίας. Αυτά λέγονται κυρίως με υπονοούμενα και παραλείψεις. Δηλαδή, ότι οι Έλληνες, παρά την ιδιοφυία και την νοητικότητά τους, δεν μπόρεσαν να βγουν από τα τέλματα της πολιτικής των πόλεων-κρατών, όσο κι αν ανέπτυξαν μια αξιέπαινη θεωρία ανθρωπιστικής παιδείας. Ο πολιτικός τους βίος στάθηκε λειψός και περιορισμένος στα όρια της πόλης και των ανταγωνισμών των πόλεων. Συμπέρασμα των Άγγλο-Αμερικανών οπαδών της παγκοσμιοποίησης: η κλασική παιδεία και πολιτική σοφία ανήκουν αποκλειστικά στο ιστορικό παρελθόν.
Ο Mumford μίλησε για την κίνηση που θα σχεδιάσει έναν «παγκόσμιο πολιτισμό» (141), σίγουρος πως εκεί μας οδηγεί η επόμενη μεταμόρφωση του ανθρώπου, που θα είναι και η τελευταία. Γράφει ο ίδιος: «Πρώτιστο έργο σήμερα είναι να δημιουργηθεί μια νέα αυτοαντίληψη, ικανή να υποτάξει τις δυνάμεις που ενεργούν άσκοπα και αυθόρμητα. Η τέτοια αυτοαντίληψη του ατόμου θα αναγκάσει τον άνθρωπο να περικλείσει στη δραστική του περιοχή ολόκληρο τον κόσμο, όχι για να επιβάλει μηχανική ομοιομορφία, αλλά να επιφέρει μια οργανική ενότητα που να στοχεύει στην πλήρη χρησιμοποίηση όλων των παραγωγικών πηγών της φύσης και της ιστορίας» (138). Τέτοια μεταλλαγή, σημειώνει, «καμιά κουλτούρα στο παρελθόν δεν επεχείρησε» (145).
Παρά την τολμηρή μελλοντολογία του Mumford, οι νέοι θεωρητικοί της παγκοσμιοποίησης παραμένουν αδιάφοροι προς το όραμά του, όμως βλέπουν τη μελλοντική εξέλιξη όπως και ο Mumford σαν ολοσχερή ανελικτική πορεία χωρίς τα φωταγωγικά της μεταμόρφωσης. Αποσκοπούν μάλλον προς μια πορεία που θα επιφέρει μετασχηματισμούς εντός του διοργανωμένου χώρου των κοινωνικών σχέσεων και συναλλαγών στο πλαίσιο μιας υπερηπειρωτικής και διακρατικής ροής δραστηριοτήτων και επιβολής ισχύος. Σημειωτέον ότι η απόσταση τώρα μεταξύ Mumford και των συγχρόνων γίνεται τεράστια. Το πλήθος των δημοσιεύσεων πάνω στο θέμα της παγκοσμιοποίησης όλο και διογκώνεται. Ακόμα και Πανεπιστήμια τώρα ιδρύουν κέντρα για τη μελέτη των σχετικών διαδικασιών. Το καίριο ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι το εξής: Προμηνύει πράγματι η παγκοσμιοποίηση ως ιστορική πορεία τη δημιουργία της παγκόσμιας πόλης, της κοσμόπολης; Από τη μία έχουμε τους υπέρμαχους κι από τη άλλη τους σκεπτικιστές, διαφορά που δεν μας ενδιαφέρει για την ώρα. Το μόνο που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι οι σκεπτικιστές παίρνουν μια επιφυλακτική στάση ως προς την ανεξέλεγκτη επίδραση που θα έχει η παγκοσμιοποίηση στην πολιτική τάξη των πραγμάτων και όχι την οικονομική.

2. Η Προβληματική της Παγκοσμιοποίησης
Το κεντρικό σημείο της δικής μου θέσης απέναντι στην πορεία της παγκοσμιοποίησης που σκοπεύει στην εγκαθίδρυση μιας πολιτικής κοσμόπολης ή Παγκοσμίου Χωριού, όπως το αποκαλούν, έχει να κάνει με τις επιπτώσεις που θα έχουν οι νέες δυνάμεις στην εφαρμογή τους, αν βέβαια επικρατήσουν. Σε κάθε περίπτωση επιβάλλεται να διατυπώσουμε τις επιφυλάξεις μας από νωρίς και πριν είναι πια πολύ αργά.
Οι υπέρμαχοι της κοσμόπολης τονίζουν τη σπουδαιότητα της ενότητας και συντονιστικής πολιτικής του όλου πλανήτη. Υπογραμμίζουν την δυνατότητα αλληλεξάρτησης μονάδων, π.χ. επιχειρήσεων, κρατών, περιοχών, πόλεων και θεσμών, ως «παγκόσμιο σύνολο». Αποφεύγουν όμως να σχολιάσουν λεπτομερώς τα αξιολογικά μέσα που θα χρησιμοποιηθούν από τους ηγέτες της πειραματιζόμενης κοσμόπολης κατά την διασυνδετική ανάπτυξή της και τις ποικίλες επιρροές της στην συμπεριφορά των πολιτών. Είναι πολύ νωρίς, μας λένε, να ανακινήσουμε το θέμα του ήθους του νέου κοσμοπολίτη.
Και διερωτάται κανείς: Γιατί η υπεκφυγή; Εδώ όμως αρχίζουν οι δυσκολίες. Ποιες κοινωνικές ρήξεις και νέες ταξικές διαφορές θα αναφανούν με τον επανορισμό της ελευθερίας και των δικαιωμάτων, τον ανασχηματισμό του δημοκρατικού πολιτεύματος για να εξυπηρετήσει τη μέλλουσα κοσμόπολη; Αν εκεί στοχεύει η παγκοσμιοποίηση, ίσως χρειαστεί προσφυγή σε νέο τύπο συντάγματος, με δική του νομική δομή και διοικητικούς θεσμούς. Πιο σημαντικό απ’ όλα αναφύεται το πρόβλημα της παιδείας και της μόρφωσης του νέου κοσμοπολίτη. Κάπου στο βάθος υποψιάζομαι να μας παρακολουθούν ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και οι σοφοί της πεπαλαιωμένης ιστορίας που απερίσκεπτα τους μετατρέψαμε σε απλούς θεατές.
Η πρόσφατη παραγωγή βιβλίων και άρθρων πάνω στο θέμα της παγκοσμιοποίησης τονίζει κυρίως το εξής: επίμονη προώθηση της τεχνοκρατίας, του επιχειρηματικού πνεύματος, της οικονομίας, της παραγωγής και κατανάλωσης. Το σχέδιο είναι να επιτευχθεί ένα είδος δημοκρατίας που να επιτρέπει την ανάπτυξη ενός παγκοσμίου πολιτικού συστήματος που θα υποκαταστήσει το θεσμό των Ηνωμένων Εθνών με έναν τύπο παγκόσμιας κυβέρνησης. Παρά τη συνεργασία που η πορεία προς παγκοσμιοποίηση επέφερε ως σήμερα στην τεχνοκρατική εφαρμογή των επιστημών, από μαθηματικά ως τις φυσικές επιστήμες και τις κοινωνικό-πολιτικές έρευνες, δεν πέτυχε ακόμα να βρει τρόπο για μια προσέγγιση με τα αντίξοα ρεύματα των επίμονων και ποικίλων απαιτήσεων της ζωής. Θα πρέπει να αναφερθούμε εδώ στα διάφορα θρησκεύματα, τους εθνικούς χώρους, στο διαμελισμό της ισχύος, στις διαφορές παραγωγικών δυνάμεων, και ιδίως στη μεγάλη ποικιλία διαστρώσεων των αξιών με το πλήθος των πολιτισμικών παραδόσεων και ιεράρχηση των αγαθών.

3. Παιδεία και Πολιτεία

Πραγματοποιείται η παγκοσμιοποίηση χωρίς την έννοια της έλλογης αρετής; Το ερώτημα εξυπονοεί ότι η πορεία στην οποία αναφέρεται επιβάλλει κριτική εκτίμηση και έρευνα. Η επίμονη αντίληψη ότι η παγκοσμιοποίηση βρίσκεται ήδη εν πορεία δεν στηρίζεται εύκολα σε σταθερά δεδομένα. Εκτός αυτού, ο λόγος που θέτω το ερώτημα για την αρετή, και δεν εννοώ με τον όρο αυτό «τελειότητα προϊόντων» ή εμπορική αποτελεσματικότητα, οφείλεται στο γεγονός ότι οι θεωρητικοί του παγκοσμίου κοινωνικό-πολιτικού φαινόμενου έχουν όλοι παραβλέψει ή αγνοούν τη σχέση της αρετής με τον κλασικό πολιτισμό, τις αξίες και τη σημασία του. Ακόμα και οι ιδιαίτερα επαγγελματικοί κύκλοι που είναι πιο πληροφορημένοι, δεν ενδιαφέρονται για τα διδάγματα της ελληνικής φιλοσοφίας και την προσφορά της στην παιδεία του ανθρώπου. Θέλω στο σημείο αυτό να συμμεριστώ τους ενδοιασμούς μου πως ότι βάζοντας στο περιθώριο την ανθρωπιστική παράδοση, όπως έχει συμβεί από το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, η σημασία της σοφίας του παρελθόντος έχασε τη σημασία της. Η πολιτική εμπειρία της Έλληνο-Ρωμαϊκής εποχής και εν γένει των Ελληνιστικών χρόνων δεν υπολογίζεται πια. Το μεγάλα έργα της Ελληνικής διανόησης, η Πολιτεία του Πλάτωνα και τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλους περιορίστηκαν στα σεμινάρια της στοχαστικής αρχαιολογίας να τα φροντίζουν οι φιλόλογοι και οι ειδικοί. Η πορεία της παγκοσμιοποίησης, καθώς φαίνεται, δεν περιμένει τίποτε να μάθει από τους αρχαίους. Η απόφαση αφορά παρόμοια και την έννοια της αρετής. Επικερδής παραγωγή και διάθεση προϊόντων έγιναν υποκατάστατα όλων εκείνων που κάποτε οι κοινωνίες θεωρούσαν απαραίτητα εφόδια του έλλογου βίου.
Φαίνεται βέβαιο στην παρούσα φάση της πορείας του εν λόγω φαινόμενου, αν παραδεχτούμε ότι πρόκειται πράγματι για δυναμικό ρεύμα που μεταλλάσσει τις ως τώρα ισχύουσες θεσμικές δομές των εξελιγμένων εθνών στον οικονομικό και τεχνολογικό τομέα. Αναφέρομαι στην επείγουσα ανάγκη να ιδούμε αν η ιδέα της παγκοσμιοποίησης της «πόλεως» αν η λέξη κρατά κάτι από την αρχική της σημασία, καθίσταται δυνατή. πετσί τουλάχιστο δείχνει για το παρόν, εκτός εάν οι ηγέτες της κίνησης εννοούν κάτι εντελώς διαφορετικό ή σχεδιάζουν να την εμπλουτίσουν με στοιχειά που να ταιριάζουν κάπως με την κλασική έννοια της αρετής.
Μολαταύτα το να παγκοσμιοποιηθεί η «πόλις» με δηλωτικά σημάδια επιστητά, κατά τον Πλάτωνα, ή οι παγκοσμιολόγοι πρέπει να γίνουν φιλόσοφοι και να ευρύνουν το δρόμο που οδηγεί στην κοσμόπολη, ή οι φιλόσοφοι να ηγηθούν του σχεδίου και της πράξης που εξασφαλίζει την πραγματοποίηση της τέτοιας πολιτικής οντότητας. Φαίνεται πως ούτε το ένα ούτε το άλλο πρόκειται να γίνει. Και εξηγούμαι.
Η ιδέα της παιδείας, ύστερα από δύο παγκοσμίους πολέμους στον περασμένο αιώνα, έχει τόσο αλλοιωθεί ώστε να χάνονται τα ίχνη συνέχειας με τον κλασικό πολιτισμό. Και το χειρότερο, οι μεταλλαγές περιόρισαν την λειτουργία της παιδείας στην απόκτηση συνηθειών και δεξιοτήτων για επιχειρηματίες, δημόσιους υπαλλήλους, γραφειοκράτες, εργάτες, όχι όμως και πολίτες που θα ασχοληθούν με τη διευκρίνηση της έννοιας του πολιτικού βίου, όπως οι Έλληνες αποκάλεσαν την έλλογη αρετή. Η τέτοια παιδεία αντικαταστάθηκε βαθμηδόν με μια που εννοεί την ευόδωση των σκοπών της πολιτικής της παγκοσμιοποίησης. Οι νέοι στόχοι μορφοποιούνται με τρόπους που αποσκοπούν στην δημιουργία του παγκοσμίου χωριού, τέτοιου που η επιβίωση και η ευημερία ου θα εξαρτάται συνεχώς από τη λειτουργικότητα της τεχνοκρατίας.

Το παγκόσμιο χωριό, όπως το σχεδιάζουν οι υποστηρικτές του, θα παραμένει το πρωταρχικό μέρος και συνάμα ο αποδέκτης των προϊόντων της τεχνοκρατίας και το κέντρο της διαχείρισης, διακίνησης, κατανάλωσης προϊόντων για την αύξηση του κέρδους. Η τεχνοκρατία του εμπορίου δεν ενδιαφέρεται να προωθήσει μια αντίστοιχη δομή της πόλεως που στην καλύτερη περίπτωση θα γινόταν πόλις πόλεων, κι όχι κοσμόπολις, κάτι που ίσως το καταφέρει η Ενωμένη Ευρώπη, αν δεν καταλήξει σε αυτοκρατορία, όπως σχεδιάζει η Αμερική ως πλανητάρχης. Μια πόλις πόλεων ως ολότητα και περιεκτικός χώρος χρειάζεται να προσλάβει κάτι από το χαρακτήρα της «οικουμένης» όσο και την προσδοκία να εναρμονίσει τους νέους της θεσμούς, με άλλα λόγια, να γίνει σωστός «κόσμος» η πολιτικό κόσμημα των λαών.
Μια απλή φυλλομέτρηση των δημοσιευμάτων των παγκοσμιολόγων αρκεί να μας σύρει στην εντατική ροή των αφηρημένων εννοιών που τη διαπνέουν ορμητικά σχέδια για την αδιάκοπη λειτουργία και επιτυχή διακίνηση των προϊόντων την τεχνολογίας. Ουσιαστικά μας ενδιαφέρουν τα κρυμμένα αρνητικά στοιχεία της πορείας αυτής. Δηλωτικά δεν μας μιλούν για συγκεκριμένα ανθρώπινα όντα με τις επιθυμίες τους, τα πάθη και τα όνειρά τους, τους τελικούς σκοπούς και τη νοημοσύνη τους, αυτό που ο Αριστοτέλης αποκαλούσε ανθρώπινη εντελέχεια. Αντίθετα προς το κλασικό λεξιλόγιο, οι παγκοσμιολόγοι επικαλούνται ως προσδιοριστικά της παγκοσμιοποίησης σωρεία αριθμών, υπολογιστές, διαδίκτυα, ορίζοντες παραγωγής, διακινήσεις αγοράς, virtual χώρο και πλαστικό χρόνο. Τα όντα που υποτίθεται ότι ζουν και εργάζονται στο μελλοντικό παγκόσμιο χωριό δεν τα βλέπει ο αναγνώστης να αναπνέουν, να αγαπάνε, να ονειρεύονται, να φιλοδοξούν, να τραγουδάνε και να χορεύουν. Ζούνε σαν να κινούνται μηχανικά ξύλινα πλάσματα στο τραπέζι του σκακιού της διεθνούς αγοράς, υπάκουα των προσταγών της παραγωγής και κατανάλωσης. Ούτε μια λέξη για παιδεία, ούτε ένας ψίθυρος για πολιτική αρετή. Μόνο σιωπή, που αποκαλύπτει τίποτα για τη δυνατότητα του βίου πέρα από τις απαραίτητες δεξιότητες για την παραγωγή και διακίνηση των αγαθών, την προβολή των μέσων για την απόλαυση των πιο πρόσφατων προϊόντων.

Καμία έκπληξη εδώ, ιδίως στην περίπτωση των παραγόντων που ευθύνονται για την παραμέληση των ανθρωπιστικών σπουδών και την υποβάθμισή των στα εκπαιδευτικά προγράμματα. Από την άποψη του κόστους, ο παραμερισμός των παραδοσιακών αξιών συνδυάζεται με την παράλληλη προώθηση του παγκόσμιου χωριού. Η τακτική αυτή δεν είναι τυχαία, ούτε πρέπει να θεωρηθεί δοκιμαστικό πείραμα για εισήγηση πιο πρακτικών μαθημάτων για τη ανώδυνη προετοιμασία των νέων να ενταχθούν στη τεχνοκρατική κοινωνία του μέλλοντος. Ο φθίνων ρόλος των ανθρωπιστικών σπουδών από τη δημοτική παιδεία ως την πανεπιστημιακή έχει ζημιώσει την παιδεία σε σημείο που να γίνει υπηρέτης των σχεδίων που προετοιμάζουν την παγκοσμιοποίηση, ροπή που επισημοποιεί την επικράτηση του δόγματος του homo economicus. Η άποψη αυτή άρχισε να επικρατεί με τον συμπαράσταση του νέου νοήματος που πήρε η έννοια του homo technicus και που σε συνεργασία οι δύο νεολογισμοί παραμέρισαν εντελώς την αρχική έννοια του homo sapience.

Το παγκόσμιο χωριό ως προβαλλόμενη κοσμόπολις δεν προβλέπει για φιλοσοφικές σπουδές, ούτε προβλέπει την δημιουργία ζωτικού χώρου για τη διάγνωση παρεκβατικών πολιτευμάτων, ιδίως της δικής του πιθανής παρέκβασης, όπως θα συμβούλευε ο Αριστοτέλης. Παρόμοια οι θιασώτες του παγκόσμιου χωριού δεν προβλέπουν την ανάγκη εναλλακτικών θεσμών ούτε και επίσημη αναγνώριση αποδεκτής θεωρίας για την ανθρώπινη φύση. Χωρίς πρόταση για μια συγκεκριμένη αντίληψη για την ανθρώπινη εντελέχεια, αποκλείεται να επιτρέψει η κοσμόπολις τη δημιουργία ρηξικέλευθων ιδεών για την κριτική εξέταση της έννοιας της αρετής. Χωρίς διαλεκτική η τέτοια παγκοσμιοποίηση φέρνει τον άνθρωπο κατευθείαν σε νέο άκαμπτο δογματισμό.
Βασιζόμενος σε τέτοιες επιφυλάξεις, προχωρώ στο κλείσιμο της ομιλίας μου με μια ίσως σκληρή παρατήρηση. Θέλω να υπογραμμίσω την έκλειψη της αξίας της αρετής στην πολιτική θεωρία και πράξη καθώς η εποχή μας προετοιμάζεται για την παγκοσμιοποίηση και την επιλογή σχετικών αξιών που θα την συνοδεύσουν.

Η δημοτικότητα της θεωρίας της αποδόμησης αναπόδραστα ευνόησε με τον τρόπο της την ανάπτυξη και διάδοση της ιδέας του παγκοσμίου χωριού. Το σκεπτικό διαφαίνεται ως εξής: Η εφαρμογή της αποδόμησης στην παιδεία αποδυνάμωσε τη σταθερότητα των σκοπών των εκπαιδευτικών προγραμμάτων περισσότερο από κάθε προηγούμενο σχετιστικό ρεύμα με αποτέλεσμα να ενταθεί η ανταγωνιστική ερμηνεία των αξιών. Η μεθοδική υπονόμευση της ανάγνωσης οιουδήποτε κειμένου συνέβαλε κι αυτή στην πολιτική και πολιτισμική ελευθεριότητα. Ως στάση, μιας και υιοθετηθεί, η αναφυόμενη υποκειμενικότητα, συνάμα και τα παράγωγά της, αποκτά αξιοκρατικό κύρος χωρίς να υποβάλλεται σε αποδόμηση. Αποτέλεσμα είναι η παιδεία ως θεσμός να θεωρείται ελεύθερο πεδίο δράσης και οι κύριοι συντελεστές της να μετατρέπονται σε παράγοντες ισχύος και κέρδους. Η ιδέα του χαρακτήρα χάνει κι αυτή τα αντικειμενικά της στηρίγματα και τη θέση της παίρνει η απόκτηση δεξιοτήτων στην υπηρεσία του homo technicus. Για αυτό και η αποδόμηση κάθε ιδέας περί αρετής και αριστείας, κάθε θεωρίας περί αρετής, με βάση την ανθρώπινη φύση, όπως την είδαν οι Έλληνες φιλόσοφοι, ποιητές, ιστορικοί, καλλιτέχνες, τίθεται υπό αμφισβήτηση. Η ριζική αποδόμηση μοιραία επιτρέπει την προώθηση μιας εξίσου ριζικής προσέγγισης της παιδείας στη μέλλουσα κοσμόπολη. Η ιδέα της ελευθερίας, αποδομημένη κι αυτή, μεταβάλλεται σε επίσημο δόγμα.

Η πολιτική αρετή, όπως την επιτρέπει η ανθρώπινη εντελέχεια, μετατρέπεται βαθμηδόν σε ήθος παρωχημένης εποχής. Το χειρότερο είναι ότι ερμηνεύεται ως αντί-παραγωγική νέων αξιών, ιδίως όταν κρίνεται από την σκοπιά της τεχνοκρατίας του
παγκόσμιου χωριού. Για το λόγο τούτο η ιδέα του παγκόσμιου χωριού ως πόλις πόλεων, δεν έχει τίποτε από τα σημάδια της κοσμόπολης των Στωικών φιλοσόφων ή και της πόλης του Θεού των Χριστιανών. Σε τελευταία ανάλυση, αυτό που μετράει είναι η αυξητική δύναμη στη διακίνηση και κατανάλωση της παραγωγής σε κλίμακα που επιβάλει η υπερεθνική οικονομία κι όχι η παιδεία των πολιτών για την πλήρωση του έλλογου βίου.
Διερωτώμαι. Θα ήταν άραγε δυνατόν να βρεθεί έστω και λίγος χώρος για τη μελλοντική ανάπτυξη της αρετής στο πλαίσιο του παγκοσμίου χωριού, πάνω και πέρα από τις δραστικές αξίες της κατανάλωσης και εξασφάλισης των μέσων του βίου της ευμάρειας; Αυτό, κατά τη γνώμη μου οφείλει να είναι το νέο ζητούμενο. Εννοείται ότι κανένα πολιτειακό σύστημα δεν δικαιούται αναγνώριση και σύσταση αν δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις και τις συνθήκες στοιχειώδους δικαιοσύνης. Ούτε ελέω Θεού ούτε ελέω τεχνοκρατίας επιτρέπεται η επιβολή πολιτεύματος.
Το βασικό νόημα του επιχειρήματος της ομιλίας μου είναι η διαπίστωση ότι υπάρχουν έκδηλα και άδηλα διαφέροντα που αντιστέκονται στους σκοπούς που προωθεί το συνεχώς ογκούμενο κύμα της παγκοσμιοποίησης. Πιθανό, από μιαν άλλη άποψη, η τέτοια κίνηση να μην μπορέσει να παραμερίσει κάθε έλεγχο στην πορεία της αν δεν κάνει παραχωρήσεις εξ αρχής στις ποικίλες ανθρώπινες ανάγκες. Για το παρόν όμως το κίνημα δείχνεται μάλλον μονόχνωτο και χωρίς διάθεση για συμβιβασμούς. Δυσκολεύεται κανείς να διακρίνει τέτοια διάθεση. Τα ιδεολογικά στοιχεία που το προσδιορίζουν αντιστρατεύονται τα διαφέροντα που δικαιωματικά απαιτούν τη θέση τους στο παγκόσμιο χωριό. Αναφέρω εδώ το θέμα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της ισοτιμίας. Πάντως, καθώς το κίνημα της παγκοσμιοποίησης προχωρεί ποικιλότροπα, αναπόφευκτα θα έρθει σε ρήξη με τις γνωστές σκοπιμότητες των παραδοσιακών θεσμών. Αυτές δεν παραμερίζονται εύκολα χωρίς να προξενήσουν αντιστασιακές αντιδράσεις. Ας κοιτάξουμε, λόγου χάριν, την αναπόφευκτη ρήξη με τις αξίες των υπαρκτών θρησκειών.
Ίσως για το παρόν οι θρησκείες, ως συστήματα αξιών, προτιμούν να μένουν αμέτοχες, αλλά όχι και αδιάφορες, στις βλέψεις της παγκόσμιας ολοκλήρωσης που θέτει ως επίκεντρο τη τεχνοκρατία χωρίς να δηλώνεται καθαρά κάποια προτίμηση θρησκευτικής τοποθέτησης. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι διαπνέεται από μιαν αρχή ανεκτικότητας. Η ιεράρχηση σκοπιμοτήτων αναγκαστικά οδηγεί σε προνομιούχες θέσεις. Οι παραγκωνισμένοι θεσμοί και παραδόσεις, όπως και σε κάθε εποχή, ή θα περιοριστούν σε κατώτερους ρόλους ή θα συμβιβαστούν με τη βία. Τέτοιες αναπόφευκτες εκβάσεις, υποψιάζεται κανείς, θα εγκυμονούν μελλοντικές αιματοχυσίες και νέους τύπους τυραννικών καθεστώτων. Γενικά, το ρεύμα της παγκοσμιοποίησης ούτε ελεύθερο από ιδιαίτερα ελατήρια κινείται ούτε διαπνέεται από ευεργετικά αισθήματα. Οι πρωτεργάτες του μολαταύτα θεωρούν την επικράτησή του ως ιστορική αναγκαιότητα και αναπόφευκτη έκφανση του κοσμικού απολύτου, a la Hegel.
Ότι κι αν επιφυλάσσει το μέλλον, οι τρέχουσες τάσεις δείχνουν να ευνοούν τη κίνηση της παγκόσμιας ολοκλήρωσης. Όσο η πορεία της γνωρίζει κάποιες επιτυχίες τόσο πιο ζημιωμένη θα βγαίνει η διπλή κάτοψη της ανθρώπινης ζωής: παιδεία και πολιτικός βίος. Αν πράγματι επιτύχει μελλοντικά το σχέδιο της παγκοσμιοποίησης, η έννοια της αρετής θα υποστεί επώδυνη υποβάθμιση. Ίσως μάλιστα να είναι τόσο σκληρή ώστε να γίνει και προάγγελος ενός νέου και ιδιότυπου μεσαίωνα, και μάλιστα χωρίς τη δυνατότητα κάποιας χάριτος ή ομορφιάς.
Από τον πολυπολιτισμό ως την παγκόσμια πόλη των πόλεων, η απόσταση όσο πάει και μικραίνει. Το περίεργο είναι ότι υποκριτικά ή ειλικρινά αισιόδοξα, οι πρωτεργάτες μιλάνε για νέες ελευθερίες και πρωτόφαντη ανεκτικότητα. Φοβούμαι ότι πρόκειται μάλλον για στάση υπεροψίας εκ μέρους των ηγετών, δηλαδή των επίδοξων πλανηταρχών. Ως δηλούμενο ήθος, έχει πάρει επίσημο χαρακτήρα.
Και διερωτάται κανείς: Τι απέγινε το ιδεώδες της ενότητας του ανθρώπινου γένους; Η απάντηση είναι μάλλον απλή και απογοητευτική. Παραμένει ιδεώδες, απόμακρο κι άπραγο. Για να καταστεί πραγματοποιήσιμο ως αντίδοτο του κοινωνικού ήθους που προβλέπεται ότι θα επικρατήσει στο παγκόσμιο χωριό, θα χρειαστεί να τηρηθούν τουλάχιστο τρεις αυστηροί όροι για τέτοιο πρακτικό ξεκίνημα:

1. Μια θετική θεωρία αρετής και παιδείας, βασισμένη σε επιστημονικά δεδομένα για την ανθρώπινη φύση.
2. Ένας αναπροσδιορισμός της θρησκευτικότητας ως κοινωνικός θεσμός ώστε να υποβαστάζει το βάρος της συνεργασίας των λαών αντί να καλλιεργεί φανατισμούς και διαιρέσεις.
3. Χρειάζεται να τοποθετηθεί ο πολιτικός βίος σε μιαν ευρύτερη βάση, πέρα από τα οικονομικά και τεχνοκρατικά διαφέροντα, που σήμερα τα διαφεντεύουν οι διεθνικές επιχειρήσεις και οι εκτελεστικές εξουσίες των βιομηχανικά ανεπτυγμένων κρατών.
Μας προβληματίζει και ένα άλλο καίριο ερώτημα: Σε περίπτωση που η παγκοσμιοποίηση εξασφαλίσει την συνεχή της επικράτηση και επιβολή, θα υπάρχει άραγε συγκατάβαση για μεταφορά της ισχύος από την πολλότητα των σημερινών εθνών σε μια κυβέρνηση του παγκοσμίου χωριού; Είναι δυνατόν η τέτοια μεταβίβαση εξουσίας, άγνωστη ως τώρα ως εκτελεστική και νομοθετική μορφή πολιτεύματος, να απορροφήσει την ποικιλία συνταγμάτων των υπαρκτών εθνών-κρατών. Θα μπορέσει να αντικαταστήσει την υπό δοκιμασία δομή των θεσμών των Ηνωμένων Εθνών και ιδίως την Ηνωμένης Ευρώπης; Τα προγράμματα που θα προταθούν για τη μετάβαση από τον πολύ-πολιτισμό σε μια ομοιογενή κουλτούρα θα βρεθούν αντιμέτωπα με μεγαλύτερα προβλήματα που μπορούμε να φανταστούμε. Πρώτη και πιο επικίνδυνη προβάλλει η απειλή του αφανισμού προσφιλών παραδόσεων: εθνική ταυτότητα, πολιτισμική μνήμη, γλώσσα και πάτρια ήθη.

4. Το μέλλον του ΕλληνισμούΓια μας τους Έλληνες η απειλή πολιτισμικού αφανισμού ή, ας το πούμε, αφομοίωσης, παίρνει άλλες διαστάσεις. Μαζί με τους σύγχρονους θεσμούς θα περάσουν ολότελα στο περιθώριο του πολιτισμού και η τεράστια ανθρωπιστική γραμματεία μας, από την αρχαιότητα ως σήμερα. Μαζί της θα μηδενίζεται και η αξία της για κάθε μελλοντική ανάκαμψη του ανθρώπου όταν οι φοβερές κρίσεις απειλούν να μας απογυμνώσουν τον αξιοπρεπή βίο.
Οι Έλληνες έμειναν πιστοί στην ιδέα του homo sapiens κι αυτή καλλιέργησαν κι έφεραν στην τελειότητα με τη φιλοσοφία, την τέχνη, την επιστήμη, τόσο στον πρακτικό όσο και στον θεωρητικό βίο. Οι Έλληνες τοποθέτησαν στο κέντρο της ζωής των την υπεροχή του λόγου και ως μέσου και ως αυτοσκοπού. Δυστυχώς, δεν πρόφτασαν να περάσουν τα διδάγματα του λόγου αυτούσια στην καθημερινότητα του βίου για την επίλυση των πολύπλοκων προβλημάτων και τη χαλιναγώγηση των παθών. Και πόλεμοι, συχνά εμφύλιοι, και καταστροφές έγιναν. Επήλθε και πολιτικός ξεπεσμός. Όμως το δημιουργικό έργο του έλλογου βίου έμεινε. Αργότερα, οι μετέπειτα φάσεις του Δυτικού πολιτισμού, αφού μετέλαβαν του Ελληνικού λόγου, προτίμησαν κυρίως την ωφελιμιστική όψη του λόγου. Κι ο λόγος έγινε εργαλείο του homo faber και του homo technicus.
Και φτάσαμε στις ημέρες μας να αντικρίζουμε τη μελλοντική πορεία της ανθρωπότητας με το λόγο ως εργαλειακό μέσο, όχι αυτοσκοπό, τόσο που το εργαλείο να μας γίνει αφέντης. Τις απώτατες αξίες φτάσαμε να τις αντλούμε αποκαλυπτικά με τις θρησκείες ή μέσα από τις εκρήξεις των παθών. Σαν να μην αρκούσαν αυτά, έφτασε η διανόηση ως αναλυτική των θεσμών να βάνει προμετωπίδα του πολιτικού βίου την ζήτηση της ελευθερίας και τη θεμελίωση της ελευθερίας, μετατρέποντας το λόγο σε προασπιστή και των δύο. Αποτέλεσμα των ανεπτυγμένων πια νεότερων ανησυχιών ήταν να αναφανεί, εν ονόματι της ελευθερίας, ένα πλήθος θεωριών περί ανθρώπινης φύσης., όλα απαυγάσματα της ίδιας κουλτούρας. Μια στηρίζεται στην θρησκεία, μια στην τέχνη, μια στην επιστήμη, άλλη σε άλλα, έτσι που ενώ συνυπάρχουν δεν συνάδουν. Όσο για την εδραίωση της πολιτικής αρετής, έμεινε «άστεγη και πένης».
Αν, όπως παρουσίασα σε αδρές γραμμές, τέτοια είναι τα γνωρίσματα του συγχρόνου βίου, έχουμε χρέος να ρωτήσουμε αν οι αυτοπρόβλητοι ηγέτες είναι ηθικά ώριμοι να αναλάβουν την ευθύνη για την πραγματοποίηση του μελλοντικού παγκόσμιου χωριού. Φαίνεται καθαρά πως αυτό που καθορίζει του σκοπούς της πορείας είναι κυρίως τα οικονομικά διαφέροντα που οριοθετούν και τους πολιτικούς θεσμούς. Έχουμε γίνει υπερβολικά αισιόδοξοι και πρόωρα υπερβέβαιοι. Προτιμούμε να πιστεύουμε ότι η έκβαση του εγχειρήματος θα είναι αναπόφευκτα ευεργετική. Όμως, άλλη υπόθεση το κέρδος κι άλλο η ευδαιμονία. Καιρός είναι να θέσουμε το ζήτημα της παγκόσμιας πολιτικής σε στοχαστική εξέταση με οδηγό το λόγο. Δεν ζούμε πια με την προσμονή ενός νέου ανθρωπισμού. Μπήκαμε ήδη στην πιο κρίσιμη φάση του πολιτισμού, κι αυτό γιατί κατέχουμε τα μέσα να φέρουμε τον πλήρη αφανισμό του ανθρώπινου είδους με την αναπάντεχη τελειοποίηση των πυρηνικών όπλων.
Η κρίσιμη ώρα του σύγχρονου πολιτισμού θα φανεί τη στιγμή που θα πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα αν είμαστε έτοιμοι να αποκαταστήσουμε το λόγο στην θέση που του πρέπει στη ζωή μας. Δεν εννοώ το λόγο μόνο ως επιστημονική έρευνα. Τον εννοώ κυρίως ως αδέκαστο έλεγχο των πολιτικών θεσμών. Είναι ο μόνος τρόπος που απομένει να βάλουμε τέλος στην ασύνειδη εκμετάλλευση του φυσικού περιβάλλοντος και στη δυσπραγία που επανειλημμένα νέμεται το ανθρώπινο δυναμικό.
Αν κάποτε οι ισχυροί του σύγχρονου κόσμου θελήσουν να ανοίξουν νέο δρόμο για το καλό της ανθρωπότητας, δεν έχουν παρά να ξανασυναντήσουν στο προσεχές μέλλον τον ανθρωπισμό του λόγου, όπως τον εννόησαν οι τραγικοί μας ποιητές. Είναι το μοναδικό φάρμακο για την καταστολή της ύβρεως. Κι ας μήν λησμονούμε ότι η ύβρις καραδοκεί σε κάθε στροφή της μοίρας των ανθρώπων παντού και πάντοτε όταν τα πάθη δρουν ατίθασα και ανεξέλεγκτα. Αυτή είναι η διαχρονική αξία του Ελληνικού Λόγου κι αυτή η ουσία του Ελληνικού πνεύματος, πάντα παρούσα και πάντα μελλοντική.

http://diotimablog.blogspot.gr/





"Άντον (Αντωνόπουλος) Τζον Πίτερ"


Ο Καθηγητής John P. Anton (Αντωνόπουλος) γεννήθηκε στο Canton, Ohio, από Έλληνες γονείς και κατάγεται από την Αρκαδία. Έζησε στην Ελλάδα και τελείωσε σπουδές στο γυμνάσιο της Δημητσάνης και στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τριπόλεως, όπου είχε καθηγητή τον Ε. Π. Παπανούτσο. Επέστρεψε στην Αμερική ευθύς μετά τον πόλεμο, υπηρέτησε στον αμερικανικό στρατό και ακολούθως σπούδασε φιλοσοφία, φιλολογία και κοινωνικές επιστήμες στο Columbia University.
Ο Dr. John P. Anton είναι Τακτικός Καθηγητής Φιλοσοφίας και Διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νοτίου Φλώριδας (University of South Florida).

Μετά από τις σπουδές του στο Columbia University (B. A. 1949, M. A. 1950, Ph. D. 1954), με διδακτορική διατριβή πάνω στην οντολογία του Αριστοτέλη, δίδαξε Φιλοσοφία, Ιστορία των Ιδεών, Αισθητική και Ηθική στο University of Nebraska (1955-1958) και το Ohio Wesleyan University (1958-1962). Καθηγητής και Κοσμήτωρ της Σχολής Μεταπτυχιακών Σπουδών του State University of New York (1962-69), Καθηγητής και Διευθυντής της Φιλοσοφικής Σχολής του Emory University (1969-1982), οπότε μετακλήθηκε στην έδρα της Ιστορίας της Φιλοσοφίας και των Ελληνικών Σπουδών στο University of South Florida. Δίδαξε ως επισκέπτης καθηγητής και στα εξής πανεπιστήμια: University of New Mexico, Columbia University, Humboldt State University, Mills College.

Ο Καθηγητής Anton έχει λάβει μέρος σε πλείστα διεθνή συνέδρια φιλοσοφίας, φιλολογίας και νεοελληνικών και ιστορικών σπουδών. Ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών, της Εταιρείας της Ιστορίας της Φιλοσοφίας, και της Διεθνούς Εταιρείας Νεοπλατωνικών Σπουδών. Έχει συγγράψει και εκδώσει περισσότερους από είκοσι τόμους και έχει δημοσιεύσει πάνω από εκατόν πενήντα άρθρα, δοκίμια και βιβλιοκρισίες. Μεταξύ των γνωστών συγγραμμάτων του είναι και τα εξής: Naturalism and Historical Understanding (1967), Δέκα Δοκίμια (1967), Philosophy and the Civilizing Arts (1975), Essays in Ancient Greek Philosophy, τόμοι 5, Critical Humanism (1981), Ιερός Πανικός: Η Αυτοβιογραφία της Εύας Σικελιανού(1992), The Poetry and Poetics of C. P. Cavafy (1995), Categories and Experience (1997). Επίσης μέλος της διευθύνσεως των επιστημονικών περιοδικών Philosophical Inquiry, Idealistic Studies, Southern Journal of Philosophy, Journal of the History of Philosophy, Arethusa, Revue de Philosophie Ancienne. Βιογραφικά άρθρα περιέχονται στα εξής: Who is Who in the World,Who is Who in America, Directory of American Scholars, Contemporary Authors, Leaders in American Education. Έχει χρηματίσει μέλος της διοικούσας επιτροπής των εταιρειών American Society for Aesthetics, Society for the History of Philosophy, Society for the Advancement of American Philosophy, επίσης Πρόεδρος της Society for Ancient Greek Philosophy, Πρόεδρος της Georgia Philosophical Society, και από το 1975 Πρόεδρος της εκτελεστικής επιτροπής της International Society for Neoplatonic Studies και Πρόεδρος της εταιρείας από το 1997.

Το 1985 το πανεπιστήμιο τον αναγνώρισε ως Distinguished Professor. Είναι Επίτιμο Μέλος της αδελφότητας αριστείας ΦΒΚ, Αντεπιστέλλον Μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (1983), Επίτιμο Μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών (1963), Επίτιμο Μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» (1993), Επίτιμος Πολίτης του Δήμου Σαμίων, Χρυσούν Μετάλλιον (1989), Επίτιμος Πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Ελληνικής Φιλοσοφίας (1993). Τον Ιούνιο του 1992 το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών τον Ανακήρυξε Επίτιμο Διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής.